|
Μπρος Μαρία και πίσω Γιάννης |
|
Τα θέλει ο Γιάννης τση Μαργιάς, θωρεί η Μαργιά στο Γιάννη |
|
Άλλο πράγμα οι Τουπαμάρος, κι άλλο το μουνί της Μάρως |
|
|
η Μαγδάλω με το στόμα το μεγάλο |
|
Πρόκοψ’ η Μαγδάλω, το Σαββάτο το Μεγάλο |
|
Το άλλο το’ φαγε η Μαγδάλω με το στόμα το μεγάλο |
|
Ζουντάνιψι η Μαλάμου, ζητάει του σ’χώριου πίσου |
|
Τρώγε πίνε Μαργαρίτα, μα έχε έγνοια και την πίτα |
|
Αγγονίστην τζι η Πελλομαρού μηλλόπιτταν |
|
Η Οσία Μαρία είπεν, ενενήντα εννέα κι άλλ’ έναν εκατόν |
|
Αγάπα η Μάρω το χορό και βρήκε άντρα ζουρνατζή |
|
Η γης καταποντίζεται κι η Μάρω καθρεφτίζεται. |
|
Και η κουτσή Μαρία |
|
Κάνει την οσία Μαρία |
|
Λωλά χορεύγεις, Μαριορή, και φαίνονται τα τσα σου. |
|
Μη σε νοιάζει Μαριωρή, ξένη πίτα κι αν καεί. |
|
Ολα τα χε η Μαριορη, ο φερετζες της ελειπε |
|
Τα ’χεν η Μαριά στο νου της, τα ’βλεπε και στ’ όνειρό της, |
|
Χόρευε, κυρά Μαρού κι έχε κι έννοια του σπιτιού |
|
Αγάπαγε η Μάρω το χορό βρήκε και άντρα χορευτή |
|
Ένα το 'χει η Μαριορή, το στεγνώνει το φορεί |
|
Χόρευκε τζυρά Μαρού τζι έσιει τζι έννοιαν του μωρού. (ή του σπιθκιού) |
|
Μαριγούλα Μαριγώ, κι αν δε με θες, να κι εγώ! |
|
Λοαρκάζει τζι η Μαρικκού τον άντραν της μες στους πραματευτάες |
|
Μπρος Μαρία, πισ’ Αντώνης |
|
Μπρος Μαριώ και πίσω Αντώνα |
|
Μπρος Φραξία, πίσω Μαριγώ κι απο πίσω τα κοπελάρια. |
|
Σάρα, μάρα τζαι η κουτσή Μαρία |
|
Έκανε η Μαριώ το Γιάννη κι άλλη γιο δεν έχει κάνει! |
|
Άμα ακούς Μαρία – Γιάννη, βάλε ψάρια στο τηγάνι, εξόν του μπάρμπα-Γιάννη. |
|
Άλλη καμιά δε γέννησε, μόνο η Μαριώ το Γιάννη. |
|
Από μπροστά κυρά - Μαριά κι από πίσω κοφινόκωλη. |
|
Από μπροστά κυρά - Μαριώρα κι από πίσω κουτσοκώλα. |
|
Πού πας Μαρία, Μαριώ,
Βιολιά ακούω και πάω να δω |
|
Είχαμε τόσα σκατά, ήρθε και η Σκατομαριά. |
|
Ντέρτι που το ‘χει η Μάρω που ‘ναι το μουνί της μαύρο. |
|
Το χωριό καιγότανε και η Μαριώ γαμιότανε. |
|
Έμπα στο χορό, να σε δω, κυρά Μαριώ |
|
Έχει κι’ άλλη μάνα γιο γη η Μαριά το Θόδωρο». |
|
Χόρευε, Μαριά του Λιου κι έχε κι έννοια του σπιτιού |
|
Όταν οι άλλοι αποτρυγούσαν, η Μαρία έπλεκε καλάθι. |
|
Παντρεύτηκε η Μαρία και πήρε τον Αντώνη με τρύπιο παντελόνι |
|
Εν το βορτίν της Κέττας. |
|
Ο Αηλιάς κόβει σταφύλια και η Αγιά Μαρίνα σύκα.
|
|
Της Αγιάς Μαρίνας δείχνει, σύκον τζ’ αι σταφύλιν
τζ’ αι πορτίν στο γαλευτήρι |
|
Τ’ Αγιά-Μαρίνας μπαίν’
Και το κούτρελο στ’αμπέλι
(Τήνος)
|
|
Της Αγιάς Μαρίνας σύκον, τ’Αϊ Λιά σταφύλιν
Τζ’ αι τ’ Αϊ Παντελεήμονα γεμάτον το κοφίνι.
(Κύπρος) |
|
Αγιά Μαρίνα με τα σύκα και Άγιος 'Λιας με τα σταφύλια |
|
Της αγιά Μαρίνας ρώγα και του άη -Λιός σταφύλι. |
|
Ο Μαρίνος και η νύφη (Από το όμορφο και συγκινιτικό διήγημα του Αργύρη Εφταλιώτη - Μαρίνος Κονταράς) |
|
Εμείναμεν σαν έμεινεν ο Χατζημάρκος πέρσι που λείψαν του τα κάρβουνα τζι εν είσιεν να δουλέψει. |
|
Ό τι Μάρκος ό τι Λιος τύφλα νάχουνε κι οι δυο |
|
Από 'σιει κόρην όμορφην του Μάρτη εν την δείχνει |
|
Μη σε γελάσει ο Μάρτης το πρωί και χάσεις την ημέρα |
|
Της Αγια – Μαύρας έρχεται ο καιρός της λαύρας. |
|
Του' ή Μου’ ψησε το ψάρι στα χείλη |
|
Ο Γρηγόρης εγρηγόρει κι ο Μελέτης εμελέτα, κι ο Γρηγόρης τηνε πήρε του Μελέτη τη γυναίκα. |
|
Ο Μελέτης εμελέταν τζι ο Γληόρης επελέκαν. |
|
Αν έκαναν όλες οι μέλισσες μέλι θα το 'τρωγαν και οι γύφτοι. |
|
Αν είσαι μέλισσας παιδί κέντρωσε και μην λαλείς. |
|
Αν κάνανε ούλες οι μέλισσες μέλι δεν θα το χώραγε το κουβέλι. |
|
Μια η βασίλισσα πολλές οι μέλισσες. |
|
Μια μέλισσα δεν κάνει μέλι. |
|
Οι μέλισσες δεν γίνονται σφήκες. |
|
Η μέλισσα από τα λουλούδια παίρνει το μέλι. |
|
Χωρίς κηφήνες μελίσσι δεν υπάρχει. |
|
Αν δεν σε κεντρίσει η μέλισσα, μέλι δεν τρως. |
|
Δεν πα να ‘σαι και η Μάγια Μελάγια |
|
Το ξέρει ο Αχμέτ, ο Μεχμέτ, και ο κόσμος όλος. |
|
Αν εν μήλον ν'αθθίσει, τζι' αν ρόβιν εννά λουβήσει.
|
|
Του Αγίου Μηνά βασιλεύει η Πούλια. (10 Δεκεμβρίου) |
|
Ουκ εα με καθεύδειν το του Μιλτιάδου τρόπαιον. |
|
Τα ’φερε ο διάολος κι η σκούφια του Μιχάλη. |
|
Χρωστάει του Μιχάλη |
|
χωστά χωστά τον έκαμε ο Μιχελής το γάμο, γιατί ήταν λίγα τα ψωμιά και το χωριό μεγάλο. |
|
Γρωστεί (χρωστάει) της Μιχαλούς |
|
|
Μάρθα, Μάρθα, μεριμνᾷς καὶ τυρβάζῃ περὶ πολλά, |
|
Η Μάρλεν Ντήτριχ έχει ένα όνομα που αρχίζει με ένα χάδι και τελειώνει με ένα χτύπημα μαστιγίου. |
|
Όταν το λουλούδι ανθίζει, οι μέλισσες έρχονται απρόσκλητες. |
|
Αίσωπος ερωτηθείς τι των ζώων σοφώτατον, «των χρησίμων», έφη, «μέλισσα, των δ’ αχρησίμων αράχνης». |
|
Εμέ δε Άνυτος και Μέλητος αποκτείναι μεν δύνανται, βλάψαι δε ού.
Σωκράτης, 469-399 π.Χ., Φιλόσοφος |
|
Επίκτητοε
Ουδέ γαρ Μίλων έσομαι και όμως ουκ αμελώ του σώματος. Ουδέ Κροίσος και όμως ουκ αμελώ της κτήσεως. Ουδ' απλώς άλλου τινός της επιμελείας διά την απόγνωσιν των άκρων αφιστάμεθα. |
|
|
Δεν πα να ‘σαι και η Μάγια Μελάγια. |
|
Γης Μαδιάμ |
|
Είναι παιδί μάλαμα |
|
Παπαί, Μαρδόνιε, κοίους επ' άνδρας ήγαγες μαχησομένους ημέας, οι ου περί χρημάτων τον αγώνα ποιούνται, αλλά περί αρετής. |
|
Η Μαρικκού που τα Λεύκαρα |
|
Μαρία η Πενταγιώτισσα. ή
Μαρίκα η Πενταγιώτισσα |
|
Φέρτε μου τη Μαρίνα να τη σκίσω!
|
|
Μαύρα κι άραχνα |
|
Μαύρα κι άραχνα |
|
Μας ρουφάει το μεδούλι (=μυελός των οστών) |
|
Μέχρι το μεδούλι |
|
Κοίτα Μιχάλη μου το χάλι μου. |
|
Στις αγκάλες του Μορφέα |
|
Φύρδην μίγδην που σημαίνει κακό ανακάτεμα, χωρίς καμιά τάξη
|
|
Ο Μωυσής μας έσερνε 40 χρόνια μέσα στην έρημο για να μας φέρει στο μοναδικό σημείο στη Μέση Ανατολή που δεν έχει πετρέλαιο.
|